___________________
Λατρεμένο, το απαγορευμένο. Χα αλήθεια είναι! Στην δικιά μου περίπτωση
ναι είναι αλήθεια! Τόσο εύκολο είναι να ποθείς κάτι που ξέρεις ότι δεν θα το
έχεις ποτέ; Και να κάνεις όνειρα, να φαντάζεσαι την ζωή σου με αυτόν. Αλλά
ξέρεις ότι δεν θα τον έχεις ποτέ. Γιατί; Γιατί δεν πρέπει! Με αυτό που
σκέπτεσαι πας κόντρα στην καθημερινότητα και στην κανονική ζωή. Αλλα πάλι ποιο
το νόημα όταν είσαι ερωτευμένος; Όταν το μόνο που σκέπτεσαι, εύχεσαι, ελπίζεις
η αγάπη σου να είπα καλά και ευτυχισμένη όσο και αν σου κοστίσει αυτό είναι
συνηθισμένο, τότε τι είναι;
___________________
Καινούργια μέρα, καινούργιο σχολείο, καινούργιο σώμα, είπα στον εαυτό
μου για να συνεχίσει να περπατά προς την πόρτα του καινούργιου σχολείου. Νέα
πόλη. Κανείς δεν με ξέρει. Καλό αυτό. Θα γλιτώσω από την καζούρα τους.
Χάθηκα στις σκέψεις μου. Συνηθισμένο για μένα! Είδα μπροστά μου μια
καγκελόπορτα περίπου δυόμιση μέτρα ψηλή σε μοβ χρώμα ορθάνοικτη έτοιμη να με
κατασπαράξει. Μπήκα μέσα δειλά και περπάτησα λίγα μέτρα. Δεν φαινόταν τόπος
βασανισμών όπως είχα στο μυαλό μου. Ανόητο μυαλό, που εύκολα παρασύρεσαι! Που
να το ήξερα ότι δεν θα ήταν η πρώτη φορά που θα το έλεγα.
Είδα μια παρέα εφήβων κοριτσιών. Πλησίασα διστακτικά πάντα. Ένα κορίτσι
με κοίταξε χαμογελώντας. Σίγουρα θα γίνει η κολλητή μου σκέφτηκα και της
ανταπέδωσα το χαμόγελο.
-Καινούργια;, ρώτησε με ενδιαφέρον
-Ναι. Φαίνεται;, την ρώτησα. Δεν μπορεί να γινόμουν πάλι ρεζίλι!
-Εκτός του το ότι δεν μοιάζεις με καμια άλλη έχεις κοκκινίσει.
-Ωχ, αναφώνησα νοιώθοντας σαν παντζάρι. Ναι ένα χοντρό παντζάρι. Μπορεί
να έχασα κιλά το καλοκαίρι αλλα είμαι ένα χοντρό πράγμα.
Όχι ηρέμισε, είπα στον εαυτό μου,
μια χαρά είσαι. Δεν έπρεπε να πέσω στα λάθη του παρελθόντος
-Και πως σε είπαμε;, με ρώτησε το κορίτσι
-Σόφι, της απάντησα.
-Εμένα Χρύσα, μου απάντησε. Όμως το κουδούνι διέκοψε την συζήτηση μας.
Προχώρησα πίσω από την Χρύσα για να πάω στην γραμμή. Άρχισε να μου μιλάει για
το σχολείο και εγώ άρχισα της ερωτήσεις. Φαινόταν να ήταν από της πιο
κουτσομπόλες του σχολείου αλλά δεν με πείραζε.
Μέσα στα ανόητα φλυαρήσματα της τάξης μου -το Γ3- τον είδα για πρώτη
φορά. Δεν έμοιαζε κατά διάνυα με τους άλλους καθηγητές.
-Τι κάνει ένας μαθητής μαζί με τους καθηγητές;, ρώτησα την Χρύσα
-Δεν είναι μαθητής. Καθηγητής είναι. Κελεπούρι σωστό ε;, με ρώτησε
χασκογελώντας
-Ε ναι, ναι, της απάντησα κοκκινίζοντας
-Όλες μας μια περίοδο είχαμε πέσει θύματα της γοητείας του, μου
ψιθύρισε.
Δεν πρόσεχα τι έλεγε. Χάθηκα στο πρόσωπο του. Λεπτό με έντονα
χαρακτηριστικά. Καστανά ζεστά μάτια, ίδια μύτη και λεπτά χείλη. Άγγελος που
κατέβικε για μια μέρα στη γη να δει πως τα πάνε οι άνθρωποι εκεί. Η Χρύσα
γύρισε και με κοίταξε με τα εξεταστικά της μάτια. Τότε κατάλαβα ότι αναστέναξα.
-Ε τίποτα τίποτα, ψέλλισα και ξαναγύρισα το πρόσωπο μου στον καθηγητή.
Αυτός κοίταξε τα παιδιά ένα-ένα και μετά είπε με μια γλυκιά καθαρή φωνή:
-Ποιος έχει σειρά από την πρώτη για προσευχή; Τότε προχώρησε ένα
μελαχρινό αγόρι και είπε την προσευχή. Μετά ένας μεσήλικας καθηγητής, μάλλον ο
διευθυντής άρχισε να λέει τα τυπικά για το καλωσόρισμα. Όπως οι άλλοι μαθητές
έτσι και εγώ αρχίσαμε τα μουρμουρητά. Μετά από λίγο προχωρήσαμε στις τάξεις.
1o meros
pws sas fanike???
milaei gia erwtaa